Η νύχτα φέρνει όνειρα

 

Η  ν ύ χ τ α  φ έ ρ ν ε ι  ό ν ε ι ρ α

 

 

Εικόνες νοστάλγησα
θολές εικόνες που βιάστηκαν να συνοδέψουν έτοιμες κιόλας θλίψεις.
Ξεχώρισα τις λάμψεις και μέτρησα ηλιάνθεμα
κι άλλα πολλά αγνά βλαστάρια π’ αναβοσβήνουν.
Στο μέλλον τη στιγμή, αν δεν τη βρεις φυλακισμένη
θα βρεις στο παρελθόν μια κερδισμένη αναπνοή.
Εισπνέω βαθιά την ήττα μου
προβλέψαμε μέρες ηλιόλουστες και νύχτες να μεθάν
της πόλης τα τυφλά, πιστά παιδιά με μυρωμένα δέντρα
αντικριστά σ’ αμφίβολα φεγγάρια κι εγώ,
γέρνω στο πλάι τους, ξεθωριάζω σιωπηλά όταν ξεχνώ
κύκλους πως φτιάχνουν τ’ άστρα,
κύκλους φτιάχνουν τα μάτια σου, σαν χαμηλώνουνε τα φώτα
κι ότι αρνηθήκανε τα χέρια μου γυμνό και πικραμένο γυρίζει πάλι πίσω.
Άνοιξα τα στήθη μου
καλωσορίζω τα πουλιά της νύχτας,
τους νοικάρηδες μιας μοίρας και της σοφής υπόθεσης τους φίλους,
περικυκλώνω τ’ όνειρο κι αν μια φορά γελάστηκα
ξέρει η καρδιά να τραγουδά σαν κλαίει.
Χαράζω με το χρώμα μου σ’ ένα μικρό χαρτάκι επάνω, της τύχης μας το δρόμο.
Άραγε θα σε πείραζε που μου γίνε μικρός;
Κι εκεί στην άκρη που τσαλάκωσε, θέλεις να τ’ ακουμπήσεις;
Εικόνες νοστάλγησα
τρέχω στη θάλασσα που πνίγει τα βουνά
ας είναι μαύρη και βουβή
μοιάζει οικεία,
αποχωρίζεται διστακτικά την ύλη, μου απλώνει χέρι συμφιλίωσης.
Είναι νωρίς να πλημμυρίσω παραμύθι την αγάπη,
να της φυτέψω όνειρα να γεννηθεί το χώμα;
Στεριώνω μέσα μου μια μια τις ώρες, τις ομορφαίνω και τις τυλίγω γύρω σου,
τους μίλησα με σιγουριά κι αυτές γελούν, γελούν καθώς το ψέμα τους σε ντύνουν.
Έξω απ’ τη σάρκα μου σε περιμένω,
φυλάω πόρτες κλειδωμένες, τραυματισμένα λόγια,
σκόρπια ασημένια θαύματα,
βήματα αμέτρητα της χαραυγής γεννήματα,
ταπεινωμένα καρδιοχτύπια, ανάλαφρα χαϊδέματα,
δρόμους αόρατους, ήχους ατέλειωτους, πορφυρών παθών αναμετρήσεις.
Σ’ αναζητάω σιωπηλά, οι ώρες τρέχουν και γελούν,
τις εποχές αντάλλαξαν, και τώρα τι να πεις
η ώρα τρεις, ώρα είναι πια να κοιμηθούμε.

000

Comments (0)

Leave a reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*