Πέμπτη Εποχή

 

Π έ μ π τ η  Ε π ο χ ή

 

Σαν αντιφέγγισμα ενός χαμένου κόσμου
η ανάσα μου στερείται ύπαρξης.
Δηλώνω αιχμάλωτη
ένα φθινόπωρο με λάθος όνομα μου δένει πρόχειρα τα χέρια
αυτά τα άτιμα τα φυλλοβόλα δάχτυλα
μουτζούρες και μελάνια γλιστρήσανε στο στέρνο μου
– άγνωστος παραλήπτης –
σαν να χαράζουνε πορεία τολμηρή
στης πρώτης τους λαχτάρας τ’ αδιατάρακτα νερά
κι ας κύλησαν οι νύχτες ολόγυμνες στης μνήμης τα υπόγεια
μόχθοι και πίστη για το διάφανο ορίζουν τη γραφή μου
κι ας μάτωσαν τα νιάτα
παλεύοντας ν’ αγγίξουμε ότι δεν ακουμπιέται
κι ότι φωνή δεν έβγαλε ν’ ακούσουμε να μας αρνιέται
πάλι
Πιο δυνατή πιο τολμηρή ακούγεται η σιωπή.
Τώρα μονάχα ένα καντήλι μένει
αναμμένο
πλάι στο πρόσωπό μου
να θυσιάζεται για όσα αλύπητα μας ρήμαξε
ο στέρεος ορίζοντας
– και στέρεος δεν ήταν –
δυο μάτια ζωγραφίσανε
γαλάζια πέτρα στα ρηχά σου
το φως απόδειξη ή όχι
ας αντέξω λίγο ακόμη.
Η πηγή του πόνου ανεξάντλητη
η ύπαρξη μου εξαντλείται συνεχώς.
Ποιους φονιάδες ζυγίζαμε για φίλους
μετρήσαμε ονόματα πουλιών και ολότελα δικός μας
γεννήθηκε σα φάρος
ο ήλιος ο καυτός
να φέγγουν άχρονα λεπτά στο σώμα μας επάνω
γραμμές του απροσδιορίστου για μένα παρελθόντος
στο λαιμό κρεμάσαν νήματα για να περνούν βαριά
τα βήματα των μάχιμων ακόμα ονείρων.
Τα χορτάρια τους απλώθηκαν
πνίγηκε μες τη χλόη την υγρή το παιδικό μας το κρεβάτι
δυο κλαδιά τρυπήσανε με φόρα χθες το τζάμι σου
να κλέψει ο Λεβάντες τα μυστικά της μοίρας
να μας τα ψιθυρίσει.
Η ζωή δίχως εκπλήξεις
μια θηλιά κρεμάει η ημισέληνος ανήμπορη
στο λαιμό έχει χαράξει η υπόθεση σημάδια προ πολλού.
Μου ‘χες ζητήσει να σου γράψω ένα ποίημα ορίστε πάρ’ το.
Μα μη γελιέσαι πως τάχα το ‘γραψα εγώ
εγώ για σένα
εσύ για μένα
ο πόνος το ‘γραψε
χυμένος σα νερό μέσα σε παγωμένα βάζα
ταγμένος να κρατήσει ζωντανό
ότι απ΄ την Άνοιξη δεν γλίτωσε.

 

000

Comment (1)

  1. Αλεξάνδρα Αλεξάνδρου 3 years ago

    Με μια λέξη: Υπέροχο!

Leave a reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*